«…Οι σπαραγμοί καταλάγιασαν, οι φλόγες χαμήλωσαν κι η σιωπή του θανάτου κατακάθισε κι αυτή πάνω στα ερείπια του καμένου χωριού… και χάραξε τη χρονολογία της αποφράδας ημέρας: 2 Σεπτεμβρίου 1944…» | Γιώργος Βαφόπουλος, «Σελίδες αυτοβιογραφίας» (Εκδ. Εστία)
Χρόνια τώρα τούτες τις μέρες στον Χορτιάτη, η σκέψη στρέφεται πιο έντονα στους 149 δικούς μας ανθρώπους που στις 2/9/1944 παραδόθηκαν στις φλόγες στον φούρνο του Στέφανου Γκουραμάνη και στην οικία του Βαγγέλη Νταμπούδη. Τους δύο αυτούς μαρτυρικούς χώρους οι Γερμανοί ναζί και -κυρίως- οι Ελληνες Σουμπερίτες συνεργάτες τους, που ξεπέρασαν σε αγριότητα και σαδισμό τους ναζί, μετέτρεψαν σε κρεματόρια στα πρότυπα του Αουσβιτς-Μπιρκενάου.
Τιμούμε τη μνήμη των αθώων μαρτύρων, γυναικόπαιδα στη συντριπτική τους πλειονότητα, που εκείνη τη σημαδιακή μέρα γνώρισαν με τον πιο φριχτό τρόπο το απάνθρωπο πρόσωπο του ναζισμού-φασισμού. Δυστυχώς, λίγες βδομάδες πριν τερματιστεί η ναζιστική κατοχή στη χώρα μας. Λίγο προτού το Γ' Ράιχ καταρρεύσει ολοκληρωτικά. Εκείνη την περίοδο όμως το ναζιστικό κτήνος ήταν πιο επικίνδυνο. Πιο δολοφονικό. Κυρίως απέναντι στον άμαχο πληθυσμό. Και έτσι ο Χορτιάτης των περίπου 2.500 κατοίκων τότε πλήρωσε τίμημα βαρύ. Την ολοκληρωτική καταστροφή του. Γιατί σε όλη την κατοχική περίοδο δεν έσκυψε το κεφάλι και συμμετείχε από την αρχή στην αντίσταση, στον αγώνα για λευτεριά. Μέσα από τις τάξεις του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, οι οποίες ήταν οι κυρίαρχες αντιστασιακές οργανώσεις στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης.
Πρόφαση ήταν ο θάνατος ενός Γερμανού ή Αυστριακού στρατιώτη-χημικού σε μια τυχαία ένοπλη συμπλοκή στο Ρωμαϊκό Υδραγωγείο (περίπου δύο χιλιόμετρα από το χωριό), η οποία απλά επέσπευσε την προαποφασισμένη (όπως απέδειξε με πρωτογενή ντοκουμέντα η πολύχρονη έρευνά μας) και καλά οργανωμένη απόφαση των Γερμανών και των Σουμπεριτών ταγματασφαλιτών να αφανίσουν τον Χορτιάτη και τους κατοίκους του.
Η συμπλοκή σημειώθηκε μεταξύ ολιγομελούς ομάδας ανταρτών του ΕΛΑΣ, με υπεύθυνο τον Βάιο Ρικούδη, που είχαν στήσει ενέδρα στο Ρωμαϊκό Υδραγωγείο για να αποτρέψουν την αρπαγή ζώων από τους Γερμανούς και τους ταγματασφαλίτες, σύμφωνα με πληροφορίες που είχαν, και Γερμανών της Στρατιωτικής Αστυνομίας (μαζί τους ήταν ο χημικός και ένας υπάλληλος της Υπηρεσίας Υδρευσης, ο Γιώργος Τρώντσιος) που συνόδευαν προπορευόμενο (κατά περίπου μία ώρα) όχημα της Υπηρεσίας Υδρευσης Θεσσαλονίκης και μετέβαιναν στις πηγές (qanat) της Αγίας Παρασκευής για να τις χλωριώσουν.
Αρπαζαν τα μωρά και σπούσαν τα κεφαλάκια τους στους τοίχους του φούρνου που μας κλείσανε και τα μυαλουδάκια τους χυμένα επάνω μας. Ηταν φρίκη
Λίγες ώρες αργότερα από το πρωινό επεισόδιο, γερμανικές δυνάμεις περίπου τριακοσίων πάνοπλων στρατιωτών της Βέρμαχτ, με επικεφαλής τον υπολοχαγό Βίλι Πόλμαν, συνεπικουρούμενες από το Τάγμα Κυνηγών του διαβόητου Φριτς Σούμπερτ («Jagdkommando Schubert») με τους περίπου 80 Ελληνες ταγματασφαλίτες του, θα φτάσουν στον Χορτιάτη με δεκάδες οχήματα έτοιμες να εφαρμόσουν το καλά προμελετημένο σχέδιό τους.
Εισβάλλουν στο χωριό και ξεσπούν σε πράξεις παράφορης βίας -κυρίως απέναντι σε ανήμπορα γυναικόπαιδα- που δυστυχώς επέλεξαν να μη φύγουν από το χωριό μετά το πρωινό επεισόδιο στο Ρωμαϊκό Υδραγωγείο, όπως ευτυχώς έκανε η συντριπτική πλειονότητα των κατοίκων, φοβούμενοι αντίποινα, αλλά και χάρη στις παραινέσεις-εκκλήσεις των νεαρών ανδρών του εφεδρικού ΕΛΑΣ, Γιώργου Μήτα και Θανάση Κυρούδη.
Οσους συλλαμβάνουν τους οδηγούν στο εξοχικό κέντρο-σπίτι του προέδρου της κοινότητας, Χρήστου Μπαντάτσιου, και στην πλατεία του χωριού. Στη συνέχεια τους οδηγούν στον φούρνο Γκουραμάνη και στην οικία του Βαγγέλη Νταμπούδη, όπου με διαταγή του Γερμανού επιλοχία Φριτς Σούμπερτ, που στην ουσία αυτός και τα πρωτοπαλίκαρά του Γερμανάκης και Καπετανάκης με το «Τάγμα Κυνηγών» έχουν εκείνη τη φοβερή μέρα τον πρώτο λόγο, μετατρέπουν τα δυο κτίρια σε κρεματόρια κατά τα πρότυπα του Αουσβιτς-Μπιρκενάου.
Η ιδιαιτερότητα, λοιπόν, του Χορτιατινού Ολοκαυτώματος σε σχέση με όλα τα άλλα γνωστά Ολοκαυτώματα στη χώρα μας έγκειται σε αυτό ακριβώς το στοιχείο: τα ασύλληπτα εγκλήματα της 2ας Σεπτέμβρη (βιασμοί, αποκεφαλισμοί νηπίων, πλιάτσικο και κάψιμο των σπιτιών κ.ά.) έγιναν κατά κύριο λόγο από τους Ελληνες Σουμπερίτες, με την υψηλή καθοδήγηση βέβαια του υπολοχαγού Βίλι Πόλμαν και των εκατοντάδων πάνοπλων στρατιωτών της Βέρμαχτ.
Μαρτυρίες επιζώντων από το κρεματόριο... του Γκουραμάνη
«…Μας έριξαν σαν αρνιά μέσα στον φούρνο του Γκουραμάνη και έβαλλαν με το πολυβόλο…εκεί ήταν και ο πρόεδρος, τραυματισμένος με την οικογένειά του…Δεν ξέρω πώς σώθηκα...Η πλάτη μου ήταν γεμάτη παιδικά μυαλά…Λίγο πιο πέρα τραβούσαν τον παπα-Δημήτρη από τα γένια και τον ρωτούσαν: εσύ, τραγόπαπα, από πού είσαι; Κομμουνιστής είσαι;…»
Μαρία Αγγελινούδη, 44 ετών
«…σκότωσαν τη μάνα μου, αφού πρώτα έκοψαν τα δάχτυλά της με σουγιά και πήραν τα δαχτυλίδια της…Εγώ έφυγα από τον φούρνο πριν ακόμα πυροβολήσουν, πριν τον βάλουν φωτιά…Στον δρόμο συνάντησα την Ελένη, λες και τη βούτηξαν σ’ ένα καζάνι με αίμα και την έβγαλαν. Εσταζε αίμα!...Η μάνα μου και τα δυο αδέλφια μου χάθηκαν κείνη τη φοβερή μέρα…»
Πέτρος Τσαγκαλής, 7 ετών
«…Ηταν τόσο φρικιαστικά όσα έγιναν, που και σήμερα εξακολουθώ να τα βλέπω στον ύπνο μου ολοζώντανα, είχαμε τρελαθεί. Αρπαζαν τα μωρά και σπούσαν τα κεφαλάκια τους στους τοίχους του φούρνου που μας κλείσανε και τα μυαλουδάκια τους χυμένα επάνω μας. Ηταν φρίκη».
Βασιλική Γκουραμάνη, 12 ετών
«… Μετά έριξαν επάνω μας ξερά χόρτα και μια σκόνη και άρχισαν τους πυροβολισμούς και έτσι μας έβαλαν φωτιά. Και μείς μέσα στο κτίριο καιγόμασταν ζωντανοί. Ετσι, ο σώζων εαυτόν σωθήτω. Εγώ ξέφυγα από τη μάνα μου και επειδή ήμασταν στο ζυμωτήριο, στον επάνω όροφο, κατέβηκα από τις σκάλες στο ισόγειο και ακριβώς απέναντι υπήρχε ένα μικρό παράθυρο και μια σκαλίτσα απ' όπου έβαζαν τα άλευρα. Είδα λοιπόν ορισμένους να πηδάνε απ' το παράθυρο. Εκανα και εγώ το ίδιο: Αλλωστε ήταν η μοναδική επιλογή, αφού οι καπνοί και οι φλόγες μάς έπνιγαν και μας έκαιγαν ζωντανούς… Στον δρόμο έλεγα, “πού πάω μόνος μου, ο πατέρας μου δεν ξέρω πού είναι, η μητέρα μου και τα αδέλφια μου έμειναν και καίγονται στον φούρνο, μόνος στον κόσμο είμαι πια, τι κάνω τώρα...»
Αναστάσιος Ρωμούδης, 7 ετών
«…Μας οδήγησαν μέσα στον φούρνο… έρχεται μετά ένας ταγματασφαλίτης και στήνει ένα οπλοπολυβόλο στην πόρτα… Αρχισε να πυροβολεί επάνω μας και να μας βρίζει με χυδαία λόγια… Εριξε μετά μια εμπρηστική σκόνη και ξερά χόρτα για να καούμε καλύτερα… Γύρισα και είδα τη Μαρίκα του Θεοφάνη με τα μυαλά πεταγμένα από σφαίρα. Η μάνα μου σκοτωμένη, αλλά και η αδελφή μου, που η σφαίρα τη βρήκε στο κεφάλι, βγήκε και σφηνώθηκε στην αριστερή μου παλάμη. Δυο σφαίρες με είχανε βρει και στα δυο μου γόνατα. Αλλά δεν καταλάβαινα τίποτα ακόμη… τότε είδα ζωντανή τη Σοφία, του Παναγιώτη του Αγγελινούδη τη γυναίκα, με το μωρό στην αγκαλιά να κατεβαίνει τη σκάλα. Πήγα κοντά της, πιάστηκα από τη φούστα της και κατεβήκαμε μαζί. Ο φούρνος καιγότανε από παντού… Κάτω ήταν όλες σκοτωμένες και πατούσαμε στα πτώματα. Είχαμε βουτηχτεί στο αίμα!
Ακόμα δεν είχα πάρει είδηση ότι είχα τραυματιστεί στα πόδια και στο χέρι. Ο τρόμος γύρω μου δεν με άφηνε να σκεφτώ τίποτα. Δεν προλάβαμε να κατεβούμε κάτω και εμφανίστηκε στην εξώπορτα ένας ταγματασφαλίτης και με μαχαίρι έκοψε τον λαιμό της Σοφίας. Εγώ ήμουνα πίσω της και έτσι και έτσι χωρίς να με πάρει είδηση τρύπωσα κάτω από έναν πάγκο… Σε λίγο βγήκα έξω, η φωτιά έκαιγε τα πάντα. Εκεί είδα καμιά δεκαριά σκοτωμένους. Επεσα επάνω τους. Εκεί ήταν και η Τερψιχόρη, η γυναίκα του Γρηγόρη του Λασκαρίδη, σκοτωμένη και θήλαζε το παιδί της! Το αίμα της πεταγότανε σαν βρύση και με έλουζε ολόκληρη. Το μωρό βύζαινε και έκλαιγε μαζί. Ομως δεν τολμούσα να το ησυχάσω. Επρεπε να κάνω κι εγώ τη σκοτωμένη. Σε λίγο πλησίασαν 3-4 ταγματασφαλίτες και γελάγανε με το μωρό που βύζαινε και έκλαιγε. Εγώ μπρούμυτα. Μου ρίχνουνε μια κλοτσιά στα πλευρά να δουν αν ζούσα. Εγώ τσιμουδιά… Μπορεί στη στοίβα να ήταν και άλλοι ζωντανοί και να κάνανε το ίδιο με μένα. Δεν ξέρω…»
Ελένη Νανακούδη, 11 ετών
Αποσπάσματα από τις συγκλονιστικές μαρτυρίες για εκείνη την αποφράδα μέρα που οι Γερμανοί ναζί και ιδιαίτερα οι Ελληνες ταγματαλήτες συνεργάτες τους έδειξαν την απόλυτη κτηνωδία της ανθρώπινης φύσης.
Τραγικός ο απολογισμός: 149 άτομα κάηκαν ζωντανά ή εκτελέστηκαν, από τα οποία τα 51 κάτω των 18 ετών και ανάμεσά τους και οι πιο… φοβεροί και… τρομεροί αντίπαλοι του Γ' Ράιχ: ένα βρέφος 2 μηνών, ο Αλέξανδρος Σαρβάνης, η Δρακούδη Μηλίτσα, 3 μηνών. Τα μονοχρονίτικα Ανθούλα Τράικου και Θανάσης Αγγελινούδης. Τα διχρονίτικα Χριστίνα Ευγενούδη, Γιώργος Κουπαράνης, Χριστόδουλος Λασκαρίδης και Βαγγελίτσα Σκαραγκά. Τα τριχρονίτικα Ειρήνη Γκουραμάνη και τα δίδυμα αδέλφια Ελισάβετ και Ζαχαρίας Μπουζούδης.
Και έτσι ο Χορτιάτης βίωσε ένα φοβερό Ολοκαύτωμα και γράφτηκε για πάντα στην Ιστορία ως ένας μαρτυρικός τόπος, που μπορεί να γνώρισε τη φρίκη, την καταστροφή και τον θάνατο, αλλά δεν υπέκυψε.
Σήμερα όμως, 77 χρόνια, μετά ο ναζισμός-ακροδεξιά με τα διάφορα προσωπεία του που παρουσιάζεται στη χώρα μας και στην Ευρώπη αυξάνει ανησυχητικά. Η τελευταία εκλογική συρρίκνωση της Χρυσής Αυγής και ιδιαίτερα η σημαντική δικαστική καταδίκη και φυλάκιση της ηγεσίας της δεν πρέπει να μας κάνουν να εφησυχάζουμε - το αντίθετο μάλιστα...
Γι' αυτό λοιπόν το χρόνιο αίτημα του Συλλόγου Οικογενειών Θυμάτων Ολοκαυτώματος Χορτιάτη να γίνει ο Χορτιάτης το Κέντρο Μνήμης της Ναζιστικής Θηριωδίας στη Βόρεια Ελλάδα είναι απόλυτα αναγκαίο και επίκαιρο όσο ποτέ. Να γίνει χώρος-ύμνος για τη δίψα του ανθρώπου για ζωή και δημιουργικότητα, με μόνιμες εκδηλώσεις και δράσεις που θα υπηρετούν τούτους τους στόχους. Και να λοιπόν, τέλος, γιατί το Μουσείο Ιστορίας και Ολοκαυτώματος Χορτιάτη, που χρόνια τώρα διεκδικούμε, πρέπει να αποτελέσει επιτέλους κεντρική προτεραιότητα του Δήμου Πυλαίας-Χορτιάτη αλλά και διεκδίκηση της ευρύτερης κοινωνίας της Θεσσαλονίκης.
Ενα μουσείο που θα αποτελεί τον Κεντρικό Φορέα Διαχείρισης και Ανάδειξης της Μνήμης του Ολοκαυτώματος του Χορτιάτη – και όχι μόνο. Που θα προβάλλει την ιστορική και κοινωνική διάστασή του. Που θα συμβάλλει στην ιστορική έρευνα, στην παιδεία, στην ευαισθητοποίηση των πολιτών, και κυρίως των νέων, σε θέματα πολέμου και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σε θέματα ναζισμού-φασισμού. Στην καταπολέμηση των ιδεών της Ακροδεξιάς και του «χρυσαυγιτισμού», που συνεχώς μεταλλάσσονται και στοιχειώνουν τη ζωή μας επικίνδυνα.
Και, τέλος, με εκδηλώσεις και δράσεις θα συμβάλλει ώστε να γίνει επιτέλους πράξη το απόλυτα δίκαιο αίτημα του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Γερμανικών Οφειλών (ΕΣΔΟΓΕ) για δικαιοσύνη και αποζημίωση: για τις οφειλές της Ομοσπονδιακής Γερμανίας στη χώρα μας και στα χιλιάδες αθώα θύματα των Ολοκαυτωμάτων.
Το Μουσείο Ιστορίας και Ολοκαυτώματος Χορτιάτη θα αποτελεί, τέλος, το δόρυ στον διαρκή αγώνα της Μνήμης απέναντι στη Λήθη και τον Αναθεωρητισμό. Εναν αναθεωρητισμό που επιχειρεί με πολλούς τρόπους και με αρκετά… υλικά (!) μέσα το γερμανικό κράτος. Με δούρειους ίππους το Ελληνογερμανικό Ταμείο για το Μέλλον, το Ελληνογερμανικό Ιδρυμα Νεολαίας, την Ελληνογερμανική Συνέλευση και άλλα.
Γι' αυτό το μουσείο, ελάχιστη οφειλή στους 149 αθώους μάρτυρες του Χορτιάτη, ο αγώνας μας για να υλοποιηθεί θα είναι αδιάκοπος.
Το «κουτσούρεμα» της μνήμης
Στις αρχές του 1960 έγινε η ανέγερση του Μνημείου του Ολοκαυτώματος στο κέντρο του Χορτιάτη. Με μια ψηφιδωτή απεικόνιση του μεγάλου χαλασμού και την αναγραφή των ονομάτων όλων των θυμάτων. Ως εδώ καλά. Στην ίδια μαρμάρινη στήλη, πάνω από τα ονόματα, αναγράφεται:
«ΕΚΑΗΣΑΝ ΖΩΝΤΕΣ ΥΠΟ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΩΝ ΝΑΖΙ ΤΗΝ 2.9.1944»
Καμία αναφορά στους Ελληνες ταγματαλήτες συνεργάτες των ναζί, που τη μέρα που «σώπαιναν οι λύκοι γιατί ούρλιαζαν οι άνθρωποι» αυτοί διέπραξαν τα πιο φοβερά εγκλήματα… Και αν το ’60 οι ταγματασφαλίτες-δωσίλογοι της ναζιστικής περιόδου ήταν στα πράγματα, εξήντα χρόνια μετά, αποτελεί ύβρη για τους μάρτυρες του Χορτιάτη να «κουτσουρεύεται» η μνήμη και να μην αναγράφεται:
«ΕΚΑΗΣΑΝ ΖΩΝΤΕΣ ΥΠΟ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΩΝ ΝΑΖΙ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ ΤΟΥΣ, ΤΗΝ 2.9.1944»
H δίκη, η καταδίκη και η εκτέλεση του Φριτς Σούμπερτ
Η αιμοσταγής δράση του Γερμανού επιλοχία Σούμπερτ έχει αφετηρία την Κρήτη το 1943, όπου δημιουργεί το Εθνικό Απόσπασμα Καταδίωξης Κομμουνιστών. Τερματίζει την εγκληματική πορεία του στον Χορτιάτη, στις 2/9/1944. Ακολουθεί τους Γερμανούς στην αποχώρησή τους στα τέλη Οκτωβρίου 1944.
Επιστρέφει στην Ελλάδα, στο αεροδρόμιο Ελευσίνας, στις 15/9/1945 με το όνομα Πέτρος Κωνσταντινίδης, ως… Ελληνας σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας στη Βαυαρία. Αναγνωρίζεται και οδηγείται στις φυλακές. Δικάζεται και καταδικάζεται από το Ειδικό Δικαστήριο Εγκληματιών Πολέμου 27 φορές σε θάνατο και «άπαξ σε ισόβια». Τόπος εκτέλεσης ορίζεται η Αθήνα.
Ομως, στις 27/9/1947 μεταφέρεται εν κρυπτώ στη Θεσσαλονίκη. Μεγάλο παρασκήνιο… Νέα δίκη στη Θεσσαλονίκη στις 9/10/1947. Συγκατηγορούμενοι και επτά Ελληνες ταγματασφαλίτες: Γριδάκης, Καμίδης, Καματόπουλος, Μπατάλας, Δικταμπανίδης, Ξανθόπουλος και Αλατζάς.
Και πάλι 27 φορές σε θάνατο για τον Σούμπερτ, μικρές ποινές για τα «παλικάρια» του.
Στις 23/10/1947 εκτελείται στον συνήθη τόπο εκτελέσεων, έξω από το Γεντί Κουλέ. Η «Μακεδονία» την επομένη έχει κεντρικό πρωτοσέλιδο με φωτογραφία και τίτλο:
«Ο “ψητάς” του Χορτιάτη δεν υπάρχει πλέον. Ο ΣΦΑΓΕΥΣ ΣΟΥΜΠΕΡΤ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΕ ΧΘΕΣ ΤΟ ΤΙΜΩΡΟΝ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΝ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ»
* Εκπρόσωπος του Συλλόγου Οικογενειών Θυμάτων Ολοκαυτώματος Χορτιάτη και εκδότης της εφημερίδας «Χορτιάτης 570»
ΠΗΓΗ:https://www.efsyn.gr/nisides/308853_oyte-ta-paidia-den-glitosan-apo-toys-tagmatasfalites