Τεράστια είναι η οικολογική καταστροφή που υπέστη το δάσος της Δαδιάς στον Έβρο και το καταφύγιο προστατευόμενων αρπακτικών πουλιών, καθώς η χλωρίδα της περιοχής αποτελείτο από έναν σπάνιο συνδυασμό γηραιών δέντρων που δύσκολα θα αναγεννηθεί. -Ειδικοί μίλησαν στο Newsbomb.gr και οι εκτιμήσεις τους είναι δυσοίωνες, προμηνύοντας καταστροφικές συνέπειες για τα πουλιά που φώλιαζαν στις κορφές των δέντρων, αλλά και για ολόκληρο το δασικό οικοσύστημα.
Τεράστια απώλεια ζωικού κεφαλαίου και καλλιεργήσιμων εκτάσεων σημειώνεται στον Έβρο, λόγω της πυρκαγιάς που ξέσπασε τα ξημερώματα του Σαββάτου 19 Αυγούστου στην περιοχή Μελία της Αλεξανδρούπολης και ακόμη μαίνεται στην περιοχή, αποτυπώνουν τα τελευταία στοιχεία που βλέπουν το φως της δημοσιότητας.
Για τις ανυπέρβλητες καταστροφές στον πυρήνα του Εθνικού Πάρκου, τις απώλειες ζωών αλλά και απειλές για τις περιοχές που ζουν είδη υπό εξαφάνιση, μίλησαν στο Newsbomb.gr o Δασολόγος – Περιβαντολόγος, Μέλος Δ.Σ. Ελληνικής Δασολογικής Εταιρείας, Ελευθέριος Σταματόπουλος, ο Καθηγητής στο Τμήμα Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντας με ειδίκευση στην Δασοκομεία στο ΑΠΘ, Θεοχάρης Ζάγκας και ο Βιολόγος, ειδικός στην Άγρια Πανίδα, Γιώργος Κατσαδωράκης.
Παρά την ικανότητα του φυσικού περιβάλλοντος να εμφανίζει ξανά ζωή μέσα από τα αποκαΐδια, στην περίπτωση του Εθνικού Πάρκου Δάσους Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου, οι εκτιμήσεις των ειδικών είναι δυσοίωνες, προμηνύοντας καταστροφικές συνέπειες για τα πουλιά που φώλιαζαν στις κορφές των δέντρων αλλά και για ολόκληρο το δασικό οικοσύστημα.
φές των δέντρων αλλά και για ολόκληρο το δασικό οικοσύστημα.
Ο πρώτος απολογισμός μιλά για τεράστιες καταστροφές στον πυρήνα του Εθνικού Πάρκου καθώς οι φλόγες «σαρώνουν» μία από τις σπουδαιότερες προστατευόμενες περιοχές για τα αρπακτικά πουλιά της Ελλάδας. Η οικολογική καταστροφή φαίνεται ότι δεν έχει τέλος καθώς η φωτιά στο δάσος της Δαδιάς αλλά και σε άλλα πύρινα μέτωπα του Έβρου μαίνονται.
Ελευθέριος Σταματόπουλος: «Τα αρπακτικά πουλιά έχουν χάσει το βιότοπό τους»
Για τη μεγαλύτερη δασική πυρκαγιά των τελευταίων ετών στην Ευρώπη, στον Έβρο, σύμφωνα με την υπηρεσία Copernicus μίλησε , ο Δασολόγος – Περιβαντολόγος, Μέλος Δ.Σ. Ελληνικής Δασολογικής Εταιρείας, Ελευθέριος Σταματόπουλος, αποκαλύπτοντας τις μεγάλες απώλειες ζωικού κεφαλαίου και καλλιεργήσιμων εκτάσεων στα πύρινα μέτωπα.
«Το δάσος της Δαδιάς έχει δύο κυρίαρχα είδη το “Δρύς” και την “Μαύρη Πεύκη”. Η μαύρη πεύκη, είναι μεγάλης ηλικίας, εκεί φωλιάζουν διάφορα αρπακτικά, εκτός από δύο – τρία είδη που φωλιάζουν σε σχισμές βράχων. Τα αρπακτικά που κρυβόντουσαν στα πολύ μεγάλα δέντρα έχουν εξαφανιστεί. Παράλληλα, έχουμε τέσσερα προστατευόμενα αρπακτικά: Μαυρόγυπας, Ασπροπάρης, Όρνιο και Χρυσαετός. Όλα αυτά τα είδη έχουν χάσει τώρα το βιότοπό τους και το κυνήγι τους. Δεν θεωρώ ότι αυτά τα πουλιά έχουν καεί, θα ξαναγυρίσουν γιατί δεν είναι μεταναστευτικά, τους αρέσει δηλαδή να γυρνάνε στο βιότοπο που ήταν. Εμείς πρέπει να ταΐζουμε αυτά τα πουλιά, στο δάσος υπήρχαν χώροι με ταΐστρες, που τους εξασφάλιζε νερό και τροφή», είπε αρχικά.
«Για το Δρυοδάσος είμαστε πιο αισιόδοξοι γιατί το ίδιο πρεμνοβλαστάνει, δηλαδή του χρόνου από το πόδι του καμένου δέντρου θα φυτρώσουν νέα βλαστάρια. Η αναγέννηση εκεί μάλλον είναι εξασφαλισμένη. Δυστυχώς όμως δεν θα έχουμε τον βιότοπο που είχαμε για τα επόμενα 50 – 60 χρόνια», πρόσθεσε.
«Έχουμε πολλές επιπτώσεις, καθώς έχουν καταστραφεί πολλά μελίσσια, κτηνοτροφικές μονάδες και πολύ μεγάλες εκτάσεις από ελαιόδεντρα. Είναι πολύ δύσκολο να γίνουν ξανά αυτά. Για τους μελισσοκόμους η ανησυχία μου είναι λιγότερη γιατί από του χρόνου θα επανέλθει η χλωρίδα. Η υπάρχουσα χλωρίδα μέσα στο δάσος θα επανέλθει και επομένως αν βοηθηθούν αυτοί οι άνθρωποι, μπορεί η μελισσοκομική παραγωγή να επανέλθει σε 2-3 χρόνια», τόνισε.
Θεοχάρης Ζάγκας: «Ένα εκατοστό εδάφους χρειάζεται εκατοντάδες χρόνια για να δημιουργηθεί»
Ο πρόεδρος της Σχολής Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ, Θεοχάρης Ζάγκας αναφέρθηκε στην πρόληψη με την οποία μπορούμε να αποτρέψουμε τεράστιο ποσοστό των πύρινων μετώπων ενώ έφερε ως παράδειγμα πρότυπο διαχείρισης πυρκαγιάς της Κύπρου.
«Πρόκειται για μία ολική καταστροφή. Για να ανορθώσουμε αυτή την κατάσταση απαιτείται ένα στοχευμένο πρόγραμμα που να ασχολείται με την αποκατάσταση των ζημιών και την επανεκκίνηση της οικονομίας στο νομό Έβρου και στη Ροδόπη που έχει καταστραφεί», είπε.
Και πρόσθεσε: «Θα πρέπει να επενδύσουμε κυρίως στην πρόληψη των δασικών πυρκαγιών και όχι τόσο σε εναέρια μέσα κατασταλτικά τα οποία υπόκεινται σε ένα σωρό περιορισμούς. για παράδειγμα δεν πετούν τη νύχτα και όταν έχουμε ανέμους πάνω από 6-7 μποφόρ».
«Βλέπουμε μεγάλες οικονομίες όπως ΗΠΑ, Καναδάς, Ρωσία και Αυστραλία να είναι αδύναμες μπροστά στη λαίλαπα της πυρκαγιάς. Επομένως αυτό που μπορούμε να κάνουμε σαν μικρή χώρα είναι να επενδύσουμε στην πρόληψη των δασικών πυρκαγιών κατά το πρότυπο της Κύπρου», συμπλήρωσε.
«Στις καμένες περιοχές θα πρέπει να αξιοποιήσουμε ό,τι μπορούμε, ό,τι δεν καταστράφηκε από τη δασική πυρκαγιά θα πρέπει να αξιοποιηθεί είτε για τεχνικές χρήσεις, εφόσον είναι κατάλληλο, είτε για πέλετ ή ενεργειακούς λόγους. αυτή η τακτική ονομάζεται “μεταπυρική διαχείριση”. Αυτό πρέπει να γίνει για λόγους αισθητικούς αλλά και προστασίας των εδαφών».
«Σημειώνεται ότι η διάβρωση των εδαφών είναι μη αντιστρέψιμη για το λόγο ότι 1 εκατοστό εδάφους χρειάζεται για να δημιουργηθεί εκατοντάδες χρόνια. Θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τους κορμούς, το ξύλο και τα κλαδιά για την λεγόμενη αντιδιαβρωτική και αντιπλημμυρική προστασία, δηλαδή χρειάζεται ένας σχεδιασμός και μια εγρήγορση. Πολλά πράγματα σε μεγάλη έκταση θα πρέπει να γίνουν σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα και συντονισμένα», τόνισε.
Γιώργος Κατσαδωράκης: «Σοβαρή απώλεια στα σπάνια αρκτικά πουλιά»
Ο βιολόγος και ειδικός στην άγρια πανίδα, Γιώργος Κατσαδωράκης, αναφέρθηκε στον φυσικό πλούτο του δάσους της Δαδιάς ο οποίος έχει καταστραφεί ανεπανόρθωτα έπειτα από τις πυρκαγιές.
«Υπάρχουν δύο ειδών προβλήματα με την άγρια χλωρίδα και πανίδα. Με τη χλωρίδα, δηλαδή μετά με τα φυτά και τα είδη τους δεν θα υπάρξουν πολύ σοβαρά προβλήματα. Η περιοχή δεν είναι διάσημη για τα φυτά αλλά για τα ζώα. Σε μια τόσο μεγάλη καταστροφική και μεγάλη φωτιά καίγονται πολλά ζώα, αυτό αφορά σχεδόν όλες τις ομάδες ζώων εκτός από τα πουλιά, αλλά και πουλιά τα οποία βρίσκονται σε φωλιές. Μεγάλες απώλειες σημειώνονται σε ζώα που ζουν στο έδαφος μαζί με όλα τα σπονδυλωτά, δηλαδή αμφίβια, ερπετά και θηλαστικά. Υπάρχουν απώλειες σε χελώνες, φίδια, ποντίκια και άλλα ζώα», ανέφερε ο κύριος Κατσαδωράκης.
«Η πυρκαγιά στον Νότιο Έβρο είχε το χαρακτηριστικό ότι δεν έμειναν πολλά σημεία άκαυτα, αυτό είναι πολύ καταστροφικό για τα ζώα, διότι δεν μπορούν να σωθούν. Το δεύτερο κομμάτι των απωλειών θα το γνωρίζουμε αφού μελετήσουμε διάφορους πληθυσμούς ζώων για τα οποία ο Έβρος έχει μεγάλη σημασία», πρόσθεσε.
«Το μεγάλο χτύπημα είναι στο Εθνικό Πάρκο Δαδιάς που κάηκαν κάποιες περιοχές με μεγάλα ώριμα πεύκα, μαυρόπευκα και τραχεία πεύκη στην οποία προτιμούν να κάνουν τις φωλιές τους τα μεγάλα αρπακτικά. Αυτό είναι μια δυσαναπλήρωτη απώλεια, πρόκειται για ένα απομονωμένο πευκοδάσος, δεν υπάρχουν κοντά πευκοδάση ώστε να μπορέσουν να φύγουν από εκεί τα πουλιά και να πάνε κάπου αλλού. Σίγουρα θα υπάρχουν απώλειες σε 15-20 είδη αρπακτικών πουλιών, τα οποία χάνουν τον τόπο που φωλιάζουν», είπε.
«Σίγουρα θα υπάρξει σοβαρή απώλεια στα σπάνια αρκτικά πουλιά για τα οποία βεβαίως ήταν προστατευόμενη και η περιοχή το Εθνικό Πάρκο Δάσους Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου και το νότιο δασικό σύμπλεγμα. Είναι δύσκολο να πει κανείς αν θα επανέλθει ο αριθμός των πουλιών που κατοικούσαν στο δάσος», τόνισε.
Πάνω από 800.000 καμένα στρέμματα
Αποκαρδιωτικά είναι τα στοιχεία για τη μεγάλη φωτιά που καίει στον Έβρο. Τα δορυφορικά δεδομένα παρουσιάστηκαν από την Υπηρεσία Ταχείας Χαρτογράφησης Copernicus της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για τη μεγαλύτερη δασική πυρκαγιά των τελευταίων ετών σε ευρωπαϊκό έδαφος στον Έβρο.
Όπως προκύπτει από την ανάλυση των δορυφορικών δεδομένων, η συνολική έκταση που κατέκαψε η δασική πυρκαγιά του Έβρου, η οποία προέκυψε από τη συνένωση των πυρκαγιών σε Αλεξανδρούπολη και Δαδιά, ξεπερνά τα 808.000 στρέμματα (έως την 28.08.2023, 12:28 τοπική ώρα).
Η οπτικοποίηση της καμένης έκτασης πραγματοποιήθηκε από τη μονάδα METEO του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών.